
Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών, μεταγενέστερα, είχαν ακουστά ότι μέσα στη ζούγκλα υπάρχει μία αρχαία πόλη των Μάγια. Ωστόσο απ΄ότι φαίνεται δεν ήξεραν πού ακριβώς βρισκόταν, ήταν θαμμένη μέσα στην εξαιρετικά πυκνή βλάστηση. Μέχρι που στα μέσα του 19ου αιώνα, ένας συλλέκτης κόμμεως, ονόματι Αμβρόσιος Τουτ, σκαρφάλωσε σε ένα ψηλό δέντρο για να μαζέψει το κόμμι και είδε από μακριά κάτι σαν κτίρια. Ενημέρωσε τον κυβερνήτη της περιοχής και πήγαν μαζί για να δουν περί τίνος επρόκειτο. Ο κυβερνήτης ειδοποίησε για την ανακάλυψη τούς ανωτέρους του στην πρωτεύουσα και τότε η εφημερίδα Gaceta δημοσίευσε ένα άρθρο στο οποίο ονόμασε τη νέοανακαλυφθείσα, μυστηριώδη αρχαία πόλη, Τικάλ. Ακολούθως, το 1853, η Επιστημονική Ακαδημία του Βερολίνου αναδημοσίευσε το άρθρο και τότε αρχαιολόγοι και κυνηγοί θησαυρών άρχισαν να επισκέπτονται την περιοχή. Η καταγραφή του αρχαιολογικού χώρου άρχισε τη δεκαετία του 1880. Εκτεταμένες ανασκαφές έλαβαν χώρα από το 1956 μέχρι το 1970 από το πανεπιστήμιο της Πενσιλβανίας. To 1979, το Αρχαιολογικό Πάρκο Τικάλ ανακηρύχθηκε μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς από την UNESCO.