
Τι συμβαίνει λοιπόν με την Κιονγκτσού; Πώς βρέθηκαν εκεί τόσα παλάτια, αγάλματα, ανάγλυφα, αρχαιολογικά ευρήματα, παγόδες, παραδοσιακοί οικισμοί σ’ αυτή την παραθαλάσσια, μικρή σχετικά, πόλη;
Ας πάμε πίσω στην πρώτη χιλιετία μ.Χ. Τότε η Κιονγκτσού ήταν η πρωτεύουσα της Κορέας που απαρτιζόταν από τα Τρία Βασίλεια της Κορέας, το Σίλα, το Μπιάτσε και το Κοκούριο, τα οποία καταλάμβαναν το κεντρικό και το νότιο τμήμα της χερσονήσου. Η πόλη ιδρύθηκε το 57 π.Χ. από τη δυναστεία των Σίλα, η οποία κυβέρνησε τη χώρα ως τον 10ο αιώνα. Η μεγαλύτερη δε ακμή της δυναστείας και συνεπώς της Κιονγκτσού ήταν από τον 7ο έως τον 10ο αιώνα και τα περισσότερα αρχαιολογικά μνημεία, διατηρούνται σχεδόν ανέπαφα από τότε… Εκείνα τα χρόνια η πρωτεύουσα Κιονγκτσού ήταν η 4η μεγαλύτερη πόλη στον κόσμο. Και ήταν μια πόλη αρχοντική, στην οποία συγκεντρώνονταν όλοι οι προύχοντες των Τριών Βασιλείων και φυσικά η βασιλική οικογένεια.
Σήμερα, η παλιά πρωτεύουσα, μας δείχνει όλη την αίγλη της ακμής της. Βλέπουμε τα παλάτια με όλη τους την πολυτέλεια, γεμάτα έργα τέχνης και πολύτιμα αντικείμενα που φανερώνουν την τριφηλή ζωή της αυλής. Βλέπουμε εντυπωσιακά μνημεία βουδιστικής τέχνης από τα πρώτα χρόνια της διάδοσης του βουδισμού στη χώρα, τον 7ο αιώνα – τότε εισήχθη από την Κίνα. Βλέπουμε το όρος Ναμσάν, που χαρακτηρίστηκε ως ιερό και γι αυτό συγκεντρώθηκαν εκεί όλοι οι φημισμένοι αρχιτέκτονες και τεχνίτες της εποχής για να κατασκευάσουν ναούς και μνημεία λατρείας.
Βεβαίως κάθε ακμή, ακολουθείται από παρακμή. Κι έτσι όταν τους Σίλα διαδέχτηκαν οι Τζόσον (1392-1910), η Κιονγκτσού έπαψε να είναι πρωτεύουσα των Τριών Βασιλείων και έζησε μαύρες στιγμές. Κατά την επέλαση των Μογγόλων τον 13ο αιώνα καταστράφηκε η ξύλινη παγόδα. Στις ιαπωνικές εισβολές η πόλη έγινε πεδίο αιματηρών μαχών, οι δε οπαδοί του νέο-κονφουκιανισμού έσπασαν τα χέρια και τα κεφάλια των βουδιστικών αγαλμάτων στο όρος Ναμσάν.